REDΠΟΔΟΣΦΑΙΡΟΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ

Ο τελευταίος περίπατος(Pics)

Ήταν ένα μεσημέρι καθημερινής του 2003, δεν θυμάμαι ημερομηνία ούτε καν μέρα καθώς τότε στο μακρινό πλέον 2003 χρησιμοποιούσα φιλμ, όπου αντίθετα με την σύγχρονη ψηφιακή φωτογραφία δεν αναγράφεται πουθενά ημερομηνία και ώρα. Σίγουρα κάποια μέρα στο τέλος Φεβρουαρίου με αρχές Μαρτίου, τότε που στο στάδιο Γ. Καραϊσκάκης είχε ξεκινήσει η αντίστροφη μέτρηση για την ανακατασκευή του, ώστε το κάστρο του Θρύλου για τα επόμενα πενήντα χρόνια να γίνει ένα από τα πιο σύγχρονα γήπεδα της Ευρώπης με αρχικά την φιλοξενία μερικών ποδοσφαιρικών αγώνων της Ολυμπιάδας το 2004.

 

Οι εφημερίδες και τα ραδιόφωνα είχαν αναγγείλει την έναρξη των εργασιών, δηλαδή σε πρώτη φάση το γκρέμισμα του γηπέδου που μας χάρισε στιγμές δόξας αλλά και θλίψης όταν στέρησε των ζωή σε 21 φίλαθλους, σε ένα απόγευμα που από θρίαμβο μετατράπηκε στην μεγαλύτερη τραγωδία της αθλητικής ιστορίας της Ελλάδας.

Η σκέψη ότι πρέπει να κάνω μια τελευταία βόλτα δεν έφευγε από το μυαλό μου κι έτσι ξεσήκωσα τον φίλο μου τον Σωτήρη, ο οποίος αν και κουρασμένος, άγρυπνος επί ένα 24ωρο, συμφώνησε αμέσως. Πήρα μαζί μου την φωτογραφική μηχανή για να απαθανατίσω τις τελευταίες στιγμές του γηπέδου. Ίσως για κάποιους τα άδεια αποδυτήρια και τα τσιμέντα να μην είναι ιδανικό αντικείμενο φωτογραφίας αλλά για εμένα θα ήταν ένα ντοκουμέντο μιας άλλης εποχής.

Ξεκινήσαμε λοιπόν, χωρίς κάρτα μνήμης αλλά με ένα 36’αρι φιλμ, για την «τελευταία βόλτα» μας με άγχος για το αν θα μας αφήσουν να μπούμε στην περίπτωση που υπήρχε φύλαξη αλλά και πολλές δικαιολογίες, αληθινές και ψεύτικες, για να παρακάμψουμε τυχόν εμπόδια. Όταν φτάσαμε, ένα ερπυστριοφόρο LIEBHERR942 τρυπούσε μια πεσμένη πλάκα τσιμέντου, η ατμόσφαιρα ήταν θολή από την σκόνη και ένας φύλακας μας απαγόρευσε την είσοδο. Η επιμονή μας έσπασε την αντίστασή του και μια και το σκαπτικό μηχάνημα σταμάτησε, μας άφησε να μπούμε με την σύσταση «για δέκα λεπτά μόνο». Μπήκαμε από την Θύρα 5 όπου είχε πέσει ένα κομμάτι και της κερκίδας και βρεθήκαμε στον αγωνιστικό χώρο. Αμέσως τα μάτια μας στράφηκαν στην Θύρα 7 και στο επιβλητικό ταμπλό(SEIKO ELEKTROIMPEX) που στεκόταν από πάνω της. Στο ναό είχε πραγματικά σταματήσει ο χρόνος…Τα δοκάρια έστεκαν χωρίς δίχτυα και στο γκαζόν είχε φυτρώσει χαμομήλι. Κάπου στην σέντρα κάτσαμε 2-3 λεπτά και βγάλαμε πολύ προσεκτικά μόνο δύο φωτογραφίες καθώς τότε το φιλμ έθετε περιορισμούς στα κλικ. Αφού βγάλαμε τα μακρινά καρέ της Θύρας 7, στραφήκαμε σε μια πόρτα πίσω από τα πεσμένα κάγκελα, στα σπλάχνα του Σταδίου. Το δεκάλεπτο του φύλακα είχε παρέλθει αλλά ψιλά γράμματα για εμάς και μάλλον και για τον φύλακα καθώς είδαμε κι άλλους να τριγυρίζουν μες στο γήπεδο.

Στο εσωτερικό του σταδίου το στοιχείο της εγκατάλειψης ήταν ακόμα πιο έντονο. Σκοτεινιά, πόρτες κλειδωμένες, αντικείμενα που αν είχαν στόμα να μιλήσουν θα είχαν να διηγηθούν πολλές ιστορίες και μεγάλες στιγμές, λίγο πριν πέσουν κάτω από το μεγάλο καλέμι του κίτρινου σκαπτικού. Βρήκαμε μια ανοιχτή πόρτα και κάναμε μια δίλεπτη στάση στα αποδυτήρια με τα ντουζ, το μικρό γήπεδο βόλεϊ με τα σπασμένα παράθυρα προς τον αγωνιστικό χώρο, μια κλειδοθήκη με παρατημένα κλειδιά, από τα οποία πήραμε ένα έτσι για ενθύμιο αφού προφανώς κανείς δεν θα το χρειαζόταν πάλι. Τελειώνοντας την βόλτα στο εσωτερικό, το μάτι μας έπεσε στην υπόγεια φυσούνα που έβγαινε κάτω από το  πέταλο των φιλοξενούμενων. Η εικόνα σαν βγαλμένη από θρίλερ, πλημμυρισμένη με αντικείμενα να επιπλέουν. Μια φωτογραφία κάτω από τον στίβο του σταδίου θα ήταν και αυτή ιστορική αλλά δεν έβγαλα καθώς το 36άρι φιλμ μου είχε προχωρήσει επικίνδυνα και έπρεπε να κρατήσω και για κάποια καρέ για την τελευταία στάση που δεν ήταν άλλη από την Θύρα 7.

Είχαμε φτάσει κάτω από το πέταλο των φιλοξενούμενων και βγήκαμε στο ταρτάν του στίβου από εκεί που ήταν τα τελευταία χρόνια η είσοδος των αθλητών. Απέναντί μας η Θύρα 7 στεκόταν σιωπηλή. Περπατήσαμε συγκινημένοι μες στον αγωνιστικό χώρο που θύμιζε λιβάδι από χαμομήλι και φτάσαμε περνώντας τα δοκάρια από κάτω. Η πόρτα που κάποτε εμπόδιζε τον κόσμο της Θύρας 7 να μπει στον αγωνιστικό χώρο ήταν ορθάνοιχτη και χωρίς πολλή σκέψη βρεθήκαμε στα σπασμένα σκαλοπάτια της 7, παντού κομμάτια τσιμέντα και οι  αριθμοί των θέσεων να έχουν ξεθωριάσει.

Μάταια προσπαθούσαμε να μπούμε σε κλίμα αγώνα. Η ησυχία, η σκόνη και ο ήλιος που φώτιζε σχεδόν όλη την Θύρα 7 μας επανέφερε στην πραγματικότητα. Ο αγώνας είχε τελειώσει και ο διαιτητής είχε σημάνει την λήξη του. Έμενε όμως ένα τελευταίο κομμάτι, το πιο δύσκολο: Η αιματοβαμμένη σκάλα. Δεν θυμάμαι ποιος ξεκίνησε και πώς βρεθήκαμε στην κορυφή αμίλητοι να κοιτάζουμε άγνωστο πόση ώρα τα σκαλιά και την πόρτα, ερμητικά κλειστή με την ησυχία να διακόπτεται μόνο από τον αναπτήρα του Σώτου και τα περαστικά από την γέφυρα αυτοκίνητα. «Ρε Σωτήρη, πώς θα γκρεμίσεις αυτό το κομμάτι;» αναρωτήθηκα. Χαμένος στις αναμνήσεις, ξεκίνησα πρώτος να επιστρέψω στην κερκίδα με την φωτογραφική μηχανή ξεχασμένη στον ώμο μου. «Φωτογραφίες δεν θα βγάλεις εδώ;» Ευτυχώς ο Σώτος με επανέφερε στην πραγματικότητα και τράβηξα 3-4 καρέ φτάνοντας το φιλμ κάπου στο 35. Ανέβηκα τη σκάλα, περπάτησα στη στοά για τελευταία φορά και βρέθηκα να βλέπω ξανά τον αγωνιστικό χώρο αρνούμενος να γυρίσω το κεφάλι προς τα πίσω. Σχεδόν με το ζόρι με έβγαλε ο Σώτος από το γήπεδο όπου ευχαριστήσαμε τον φύλακα που χωρίς την ανεκτικότητά του αυτή η τελευταία βόλτα δεν θα ήταν εφικτή.

Στο αμάξι επανήλθε η γνωστή προ ψηφιακής μηχανής φοβία: Βγήκαν καλές οι φωτογραφίες που τράβηξα; Τραβήξαμε γραμμή για το φωτογραφείο όπου παρακάλεσα για πρώτη φορά για άμεση εμφάνιση και εκτύπωση του φιλμ. Η φίλη στο φωτογραφείο ανταποκρίθηκε με απόλυτο επαγγελματισμό εκτυπώνοντας τον «τελευταίο περίπατο» σε χαρτί 30Χ40. Ένα άλμπουμ που για εμένα τουλάχιστον θα έπαιρνε μεγαλύτερη αξία χρόνο με τον χρόνο…

 

 

.

 

Σχετικά Άρθρα

Back to top button